ιδιογνωμόρυθμος

ιδιογνωμόρυθμος
ἰδιογνωμόρυθμος, ὁ (Μ)
ο πεισματάρης, ο ισχυρογνώμων, ο ξεροκέφαλος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιδιογνώμων + -ρυθμος, υπό την επίδραση τού τ. ιδιόρρυθμος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”